- σαρδελοκούτι
- το, Νμεταλλικό κουτί, κονσέρβα από σαρδέλες.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
σαρδελοκούτι — το ιού, κουτί μικρό στο οποίο βάζουν σαρδέλες … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)